ΕΠΙΣΚΕΠΤΕΣ ΜΟΥ

Τετάρτη 16 Φεβρουαρίου 2011

Εμπειρική Δογματική, Μητροπολίτου Ναυπάκτου κ.κ.Ιεροθέου


Οιμωγές καί αλάλητοι στεναγμοί ενός αγρυπνούντος Επισκόπου
τού Λάμπρου Χρ. Σιάσου, καθηγητού Δογματικής Θεολογικής Σχολής Θεσσαλονίκης

Τόσον ο μακαριστός Ρωμανίδης όσον καί ο Επίσκοπος Ναυπάκτου διαστέλλουν μέ οξύτατο τρόπο τήν "εμπειρική - εκκλησιαστική -θεολογία" από τόν στοχασμό, άλλως τήν "στοχαστική θεολογία".
Εις τούς παλαιούς καιρούς, όπου έχω τήν προνομία νά θητεύω κάποιες δεκαετίες τώρα, εδιάβαζαν βιβλία γιά νά μαθαίνουν. Οι τρανοί μάλιστα δάσκαλοί τους, ως Αρίσταρχος ο Σάμιος, παρέδιδαν καί τόν τρόπο τής μελέτης: "Όμηρον εξ Ομήρου σαφηνίζειν"!
Πέτρος, ο δικός μας καί Δαμασκηνός, ναί αυτός ο άσημος τής Φιλοκαλίας, υπερυψώνει τήν παλαιά διδαχή:
«Η Γραφή ερμηνεύεται μέ τήν Γραφή».
Πλήν καί προστάσσει: «Νά εμβαίνετε από τήν θύρα στίς άγιες Γραφές! Μή φτιάχνετε δικές σας ανεμόσκαλες νά εμβήτε (ως κλέπτες) από τά παράθυρα".
Μέ οδηγόν τόν δίκαιο δρόμο τού ελληνικού καί εκκλησιαστικού τρόπου μας έκυψα, Υψηλοί Προσκεκλημένοι αγαπητοί φίλοι, εις τό προκείμενον έργο τού Επισκόπου Ναυπάκτου: Νά μαθητεύσω, νά τό διαβάσω μέ τίς δικές του κλείδες καί κριτήρια. Καί άν αξιωθώ νά λάβω τι, νά τό αντιχαρίσω στον Πονήσαντα. Ο οποίος μέ ετίμησε μέ τήν βαρεία τιμή μαζί καί ευθύνη νά εισηγηθώ, άν καί μιγάς, γιά υψηλό επισκοπικό εργόχειρο.
Τίτλος τού έργου, υπότιτλος, υλικό, διάθεση, δομή, μέθοδος, σχήμα, εξώφυλλο, χαρτί: εργόχειρα λεπτοφυή χειρών φιλοκαλικών ασυνήθη, καινοφανή, αρτιπαγή! Όλα; Ναί! Ίσως ναί!
Άς αρχίσουμε από τό κριτικότερο, ως κινδυνωδέστερο: Ένας Επίσκοπος, γνωστός ευφήμως στήν Ελλάδα καί διεθνώς, μεταξύ άλλων καί γιά τό χάρισμα τής γραφής του, επιλέγει αυτή τήν φορά νά χειρισθεί ένα τεράστιο υλικό προφορικών παραδόσεων. Ερώτημα μείζον: Μέ ποίο κριτήριο θά επιλέξει τά χύδην καί τά ατάκτως ειρημένα; Απάντηση ευθεία καί παρρησιασμένη τού ιδίου: “Εμείς, παραβλέποντας ό,τι αρνητικό, προσβλέπαμε μόνο στή θεολογία τού π. Ιω. Ρωμανίδη καί τήν προσωπική σχέση τού Ρωμανίδη μέ τήν θεολογία.
Θαυμάζαμε δέ τήν ασκητικότητα καί τήν διά Χριστόν σαλότητά του καί όλη τήν προσήλωσή του στήν πατερικότητα".
Η γραφή είναι στό βιβλίο. Τό πνεύμα όμως τής φωνής είναι τού γνωστού μας καί ακριβού δασκάλου παπα-Γιώργη Μεταλληνού. Γνώρισμα τού βιβλίου πρώτον, τού συγγραφέα δεύτερον. Μαζί καί κλειδί γιά τήν ανάγνωση. Ο Ναυπάκτου χειρίζεται κάποιες χιλιάδες προφορικά fragmenta. Καί μπροστά σ’ αυτό τό άτακτο χάος δέν συστήνει ιδικό του εργαλείο-μέθοδο. Αλλά αυτός, Επίσκοπος ών, δανείζεται από ένα πρεσβύτερο (...).
Μέ οδηγό τό ανωτέρω κριτήριο ο Ναυπάκτου χωρίζει τά κρείσσονα από τά ελάσσονα. Μετά, εικάζω, λαμβάνει δύο εν χρήσει τίτλους: "Εμπειρική Θεολογία", “Δογματική καί Συμβολική Θεολογία”, τούς συναιρεί σέ ένα, καί έτσι δημιουργεί τήν "Εμπειρική Δογματική". Εικάζω εκ δευτέρου:
Ο Ναυπάκτου δέν εξύπνησε μίαν ωραίαν πρωΐαν μέ τό όνειρο νά γίνει καθηγητής ή συγγραφέας Δογματικής.
Ο Ναυπάκτου από ετών μαθητεύει στόν Ρωμανίδη. Αυτή η μαθητεία, μαζί μέ άλλες, τού έθρεψαν τόν ποιμαντικό καί συγγραφικό λόγο. Καί τώρα, πράγμα τίμιον, τιμά τόν διδάσκαλόν του. Μάλιστα τό εσχεδίασε ως μνημόσυνο γιά τά δέκα χρόνια από τής εκδημίας του.
Είπα: εικασίες δύο. Κάν μία δέν αποβαίνει πειστική σέ όποιον διαβάσει αργά, υπομονετικά τό δισσό βιβλίο. Όπερ καί έπραξα.
Ευτυχώς, όταν εφώτιζαν τά Φώτα, ηύρα μαζί καί άκουσα σχήμα θεσπέσιο πού φωτίζει –θαρρώ- τό διάβασμα τού βιβλίου:
Λέει τό ιδιόμελο γιά τήν Βάπτιση τού Χριστού: "...επίγειον τό φαινόμενον, καί υπέρ τούς ουρανούς τό νοούμενον..."! Τό απέσπασα, λοιπόν, (αναγνωστική αδεία) από τά τρισάγια Θεοφάνεια καί τό έφερα τροπικώς στήν γραφή τού Ναυπάκτου.
Τό συνοψίζω: Ο Επίσκοπος Ναυπάκτου έγραψεν αληθώς καί ακριβώς αυτό πού λέει τό εξώφυλλο. Δηλαδή δογματική θεολογία. Πλήν, αυτό είναι τό φαινόμενο. Κάτωθεν αυτού κρύπτεται ο νούς τής γραφής του. Όπως συμβαίνει σ' όλες τίς γραφές, καί ιδιαζόντως στις ιερές. Καί όπως συν-επι-θεματίζει Άγιος Γρηγόριος ο Νύσσης.
Γνωρίζοντας μετρίως τόν Ρωμανίδη, διδάσκαλο καί διδασκαλία, επίσης καί τόν επίσκοπο Ιερόθεο, έχοντας μελετήσει πάντως καλή τή προαιρέσει τό προκείμενο έργο, έχω τήν διαίσθηση ότι μού χαρίσθηκε νά ψηλαφήσω, νά ακούσω από τίς υπώρειες τού όρους, εκεί όπου ίστανται περιδεείς οι μή ηξιωμένοι, τό νοούμενο τού δισσού βιβλίου. Η βραχύλεκτη μαζί καί κρυφιόμυστη θησαύριση-κατάθεσή του γίνεται πεντακόσιες σελίδες μετά τήν εκκίνηση σέ τέσσερεις διάδοχες διατυπώσεις.
“Η μέθεξη τού μυστηρίου τού Σταυρού καί τής Αναστάσεως τού Χριστού γίνεται μέ τόν συνδυασμό τών Μυστηρίων καί τής ασκήσεως”. Ιδού, λοιπόν, ο έσω νούς, ο κεκρυμμένος σκοπός τού έργου. Πού κρύπτεται μαζί καί φανερώνεται, ήγουν ξενοδοχείται, σέ ένα άσημο σμικρό κεφάλαιο επτάμισης καί μόνον σελίδων. Τό οποίο όμως περιέχει τό παραδοξότερο γεγονός τής λογικής καί τής καθόλου ιστορίας:
"Τό μυστήριο τού Σταυρού καί τής Αναστάσεως τού Χριστού".
Εξ αυτού λοιπόν εγράψαμε άτεχνη ζωγραφία δεύτερη:
Όλο τό δισσό βιβλίο, ένας σταυρός. Καί στά πόδια τού Σταυρού αγρυπνών ένας Επίσκοπος. Πού θρηνεί ολοφυρόμενος, πού οιμώζει οδυρόμενος οιμωγές ασταμάτητες. Πλήν καί θαρρεί, καί ελπίζει, καί ανίσταται. (...) Οι οιμωγές είναι οι κλαυθμοί καί τά δάκρυα ενός Ποιμένα πάνω στό εκκλησιαστικό σώμα. Πού εμφανίζει εμφανή τά συμπτώματα τής προ-κωματικής αφασίας, σέ όλα σχεδόν τά φαινόμενα επίπεδά του:
-ιερουργίες ως μαγείες,
-εξορκισμοί καί βαπτίσεις πρός τό θεαθήναι,
-κατηχητικά πού φορτώνουν τήν λογική καί σκοτίζουν τόν νούν,
-ηθικισμοί καί ευσεβισμοί μέ τόν τρόπο τής ακάρπου συκής,
-θεολογικές σχολές πού παράγουν θεολόγους μέν, πλήν αθεολογήτους,
-λειτουργία επισκοπικών συνόδων ως τυπικών σχημάτων καί συνελεύσεων,
-έκλειψη ανησυχαστική θεραπευτηρίων, θεραπευτών, θεραπευομένων (ή μείωσή τους από τό (85) στό (15), (10), (5)%.
Παρένθεση εξηγητική τού υπότιτλου, τής μεθόδου, τής επίκλησης Ρωμανίδη. Ο Επίσκοπος Ναυπάκτου, άν καί δεινός τής πνευματικής διαγνώσεως, δέν καταθέτει προσωπικές ιατρικές ακτινο-γραφήσεις. Αντιθέτως προσφεύγει σέ πρεσβύτερο καί καθηγητή τού αυτού Σώματος. Ο οποίος τά ιστορούσε παρρησία εν όσω ζούσε (ίσως καί σέ αυτό νά οφείλεται πού έφυγε μέ επιτίμηση). Καί βάζει τήν φωνή αυτού τού ατίθασου Καππαδόκη νά τά ανιστορήσει καταλεπτώς. Ακριβέστερα: νά τά ανιστορεί ακαταπαύστως στό διηνεκές.
Ωστόσο κι επειδή οι οιμωγές τού Επισκόπου (πού αγρυπνεί, πού γίνεται εξ ύπνου) εξαγορεύονται δημοσία καί παρρησία, γιαυτό τού χαρίζεται –αισθάνομαι- η από τού Σταυρού παραμυθία άμα καί ελπίδα. Στό δισσό βιβλίο λαμβάνουν τήν ηδεία μορφή "στεναγμών τών αλαλήτων"!
Άς εγγίσουμε καί στό φαινόμενο καί στό νοούμενο.
Ο Επίσκοπος Ναυπάκτου εσχεδίασε δέκα μείζονα κεφάλαια Δογματικής. Τύποις ακολουθεί τήν πανεπιστημιακή θεματική. Καί πλείον αυτής εμπιστεύεται τήν δωρική κοφτή δομή τού Συμβόλου τής Πίστεως, ιδία στόν Β' Τόμο.
Ενώ όμως φαίνεται νά βαδίζει τήν πεπατημένη, ωστόσο αναποδίζει καί τήν τροφοδοσία καί τήν στήριξη καί τήν ιεράρχηση. Παθαίνει και αυτός τό πάθος τού Ιορδάνου.
Ο κεντρικός, ο σταθερός άξων πού φέρει καί κυλίει τίς οκτακόσιες πενήντα σελίδες ημπορεί νά πυκνωθεί σέ μία απλή πρόταση:
'' Προηγείται τό εμπειρικό γεγονός τής αυτοφανέρωσης τού Θεού στούς κεκαθαρμένους Προφήτας, Αποστόλους καί Αγίους, καί έπεται η καταγραφή αυτής τής φανέρωσης–αποκάλυψης μέ κτιστά ρήματα καί νοήματα. Κορύφωση καί ύψιστη μορφή τής Θεοφανείας, η Πεντηκοστή καί γενέθλη εν ταυτώ τού Κυριακού Εκκλησιαστικού Σώματος'' .
Ως εδώ τά πράγματα φαίνεται νά παρουσιάζονται μέ τόν γνωστό στήν ρωμανίδεια ανάγνωση τρόπο. Όταν όμως εμβαίνουμε στήν καρδία τού Εκκλησιαστικού Σώματος, τότε διαπιστώνουμε ότι ανεπαισθήτως μάς έχει ζωγρήσει η σαργάνη καί τό δίχτυ τού Επισκόπου. Τό κεφ. «Η Εκκλησία ως σώμα Χριστού καί κοινωνία θεώσεως» καλύπτει (200) σελίδες (1/4 περίπου τού όλου έργου). Καί εξ αυτών: (80) σελίδες (1/10 περίπου τού όλου έργου) περιέχουν τήν (φιλοκαλική) διδασκαλία «Περί πνευματικής τελειώσεως» (δηλ. κάθαρση /φωτισμός /θέωση) καί μόνον (50) ή (30) ή (20) αναφέρονται στά μυστήρια – ακριβέστερα σέ τρία: βάπτισμα, χρίσμα, θ. ευχαριστία.
Στο κεφάλαιο αυτό ψηλαφούμε ανάγλυφη τήν νοούμενη σκοποθεσία τού έργου, ό,τι δηλαδή σχεδόν ιεροκρυφίως λέχθηκε στό κεφ. «Περί Σταυρού» σχετικά μέ τά μυστήρια καί τήν άσκηση.
Ο Ναυπάκτου τολμά θαρσαλέως καί επιχειρεί δυσεπιχείρητον άθλο:
- αξιοποιώντας τόν διδάσκαλόν του Ρωμανίδη ολοκληρώνει ό,τι εκείνος δέν επρόκαμε,
- εισάγει (ακριβέστερον, μήπως αναστηλώνει;) τήν ασκητική -ησυχαστική – (εμπειρική) παράδοση,
πρώτον:
σέ όλα ανεξαιρέτως τά καθιερωμένα από αιώνων κεφάλαια τής εκκλησιαστικής θεολογίας, ιδία τής δογματικής,
δεύτερον:
στό μέσον τού εκκλησιαστικού σώματος, δηλαδή στα ιερά μυστήρια.
Διακινδυνεύοντας τήν έκφραση, θά τολμούσα νά ισχυρισθώ ότι τά ιερά μυστήρια, πού ακολουθούν στό βιβλίο, ερμηνεύονται πλέον μέ τά τρία στάδια τής πνευματικής τελειώσεως πού προηγούνται!
Επειδή τά σχετικά απορήματα πού προκύπτουν μέ ξεπερνούν, τά παραδίδω στους ειδικούς δογματολόγους.
Το κατ’ εμέ, σπεύδω σ’ ένα μικρό στάσιμον, νά πάρουμε δύο ανάσες βιβλιογραφικές:
Για νά αναποδίζονται τά ύδατα τού Ιορδάνη, τεκμαίρεται ότι ο Επίσκοπος Ναυπάκτου Ιερόθεος παρακολουθεί από κοντά τίς πανεπιστημιακές συζητήσεις περί θεσμού ή χαρίσματος στήν Εκκλησία. Καί πάντως μέ όσα εσχεδίασε καί έγραψε στήν «Εμπειρική Δογματική» λαμβάνει ξεκάθαρη θέση. Μέ τόν ίδιο τρόπο -εκτιμώ- δίδει απάντηση καί στήν βιβλιογραφική άποψη ότι η μοναχική παράδοση παρέχει τό πρωτείο στις ατομικές ασκητικές επιδόσεις καί αφήνει δεύτερη τήν ένταξη καί λειτουργία στήν εκκλησιαστική μυστηριακή ζωή.
Επειδή ο χρόνος μού παραχωρήθηκε ορισμένος, άς σπεύσουμε νά αναδείξουμε δύο κεντρικές, κατά τήν κρίση μας, θέσεις τού όλου έργου. Καί οι δύο έχουν ένα κοινό: διατυπώνονται μέ δύο μέλη σέ οξεία διαστολή.
Αρχίζω από τό δεύτερο κατά τή σειρά τής εμφάνισής του στή Δογματική. Πρόκειται γιά τήν οξεία διαστολή νού καί λογικής.
Όλο τό έργο θεμελιώνει καί οικοδομεί τήν εμπειρική εκδοχή τού θεολογείν στήν παρά Θεού φώτιση τού ανθρωπίνου νοός. Αυτό καθίσταται δυνατό καί χαρίζεται, αφού προηγουμένως καθαρθεί ο νούς από τρία πράγματα:
- από τήν λογική (λογισμούς),
- από τά πάθη
- καί από τό περιβάλλον.
Επιτρέψατέ μου τήν ομολογία, μαζί καί ευχαριστία. Άν καί διαβάζω χρόνια τώρα τά σχετικά θέματα από τίς πηγές, άν καί έχω αποκτήσει κάποια μικρά εξοικείωση μέ τά φιλοσοφικά ισότοπα (απ' όπου καί οι σχετικοί όροι), ωστόσο μόλις τώρα, δηλαδή αντιπροχθές, εσυλλάβισα αυτήν τήν δύσκολη νηπτική αλφάβητο. Καί ξανά ομολογώ, γιά ένα τουπίκλην μέν καθηγητή, τώ όντι δέ θηρευτή κενοδοξίας, είναι αλφάβητος ζόρικος.
Γιά τό τέλος τής Εισήγησής μας κρατήσαμε, χάριν αντιδόσεως καί ευχαριστιών, τήν πρώτη, τήν πανταχού παρούσα θέση καί βεβαιότητα τού έργου.
Τόσον ο μακαριστός Ρωμανίδης όσον καί ο Επίσκοπος Ναυπάκτου διαστέλλουν μέ οξύτατο τρόπο τήν "εμπειρική - εκκλησιαστική -θεολογία" από τόν στοχασμό, άλλως τήν "στοχαστική θεολογία". Επιτρέψατέ μου νά ειπώ δύο λόγια επιπρόσθετα γι’ αυτό τό θέμα.
Η ως άνω διαστολή έχει μία ιδιοτυπία. Δηλαδή σηκώνει ένα ετεροβαρές φορτίο: τό ένα μέλος, η εμπειρική θεολογία, είναι μονοειδής, σταθερά, η αυτή εις τούς αιώνας: Ο αυτός Τριαδικός Θεός αποκαλύπτεται μέσα στήν ιστορία στούς κεκαθαρμένους φίλους του καί φανερώνει τά αυτά πράγματα. Η συγκεκριμένη, λοιπόν, εμπειρική θεολογία δέν έχει καμμία σχέση μέ τούς περί θεού στοχασμούς τών παντοίων ανθρώπων.
Η ως άνω θέση, άν καί επαναλαμβάνεται αμέτρητες φορές μέσα στό έργο, γνωρίζει μία θαυμαστή, δηλαδή, ασυνήθη πολυείδεια. Ενώ κάθε φορά ως στοχασμός θεωρείται πάντοτε μία ανθρώπινη λογική κατασκευή, εν τούτοις αυτός αποδίδεται σέ διαφορετική κατασκευή. Άς κατατάξουμε σέ είδη τις πιό ενδιαφέρουσες, αυτές μέ τίς πυκνότερες αναφορές:
-στοχασμοί φιλοσόφων, ιδία πλατωνικών καί νεοπλατωνικών, μέ εσώτερο σκληρό πυρήνα τά αρχέτυπα,
-στοχασμοί θρησκευτικοί πασών τών εποχών,
-στοχασμοί ετεροδόξων, δυτικής, ιδία φραγκικής προέλευσης,
-στοχασμοί αιρετικών ονομαστών, παλαιών τε καί νέων,
-στοχασμοί καθηγητών θεολογίας σέ δυτικά Πανεπιστήμια,
-στοχασμοί καθηγητών ορθόδοξης θεολογίας πού επηρεάζονται από τήν δυτική θεολογική έρευνα,
-στοχασμοί διανοητών παντός τόπου καί χρόνου.
Κρίνοντας από τήν συχνότητα τών σχετικών αναφορών, συμπεραίνει κανείς ότι τόσον ο πρεσβύτερος Ρωμανίδης όσον καί ο Επίσκοπος Ιερόθεος ταξιθετούν, στήν θέση «δύο» (μετά τόν εξαποδώ) αυτόν τόν κίνδυνο ή εχθρό γιά τήν εμπειρική-εκκλησιαστική θεολογία (τό υπαινιχθήκαμε ήδη ενωρίτερα μέ τις ανεμόσκαλες Πέτρου τού Δαμασκηνού).
Εις αυτήν, λοιπόν, τήν καίρια θεολογική-θεραπευτική διάγνωση μαζί καί βάση τού έργου, άς μού επιτραπεί νά συνεισφέρω ένα παλαιό οβολό. Τόν έλαβα από τήν διαμάχη τού κακοδόξου Βαρλαάμ πρός τόν άγιο καί Επίσκοπο Γρηγόριον τόν Παλαμά. Κατά τίς ανταλλαγές, λοιπόν, γραπτών ο Βαρλαάμ οδηγήθηκε νά υποστηρίξει ότι καί οι έξω σοφοί (κάποιοι ονομαστοί αρχαίοι έλληνες φιλόσοφοι) "είναι φωτισμένοι παρά Θεού". Αυτή η άποψη τού Βαρλαάμ εξόργισε απαθώς τόν άγιον Επίσκοπο. Ο οποίος εν τή διακρίσει μαζί καί εν τή μακρά παιδεύσει του εννόησε καί εμέτρησε τόν κίνδυνον. Καί σπεύδει νά καταθέσει μία από τίς μνημειωδέστερες κριτικές αναγνώσεις τής έξω σοφίας.
Εξ αυτής ενδιαφέρει τό θέμα μας η ακόλουθη διάγνωση Γρηγορίου τού Παλαμά: οι έξω σοφοί, όταν ομιλούν περί Θεού, λαμβάνουν ενίοτε υπό τού διαβόλου καί εμπειρική έμπνευση-φώτιση. Δίκην μάλιστα δείγματος ή δήγματος αναφέρεται από τόν Παλαμά ο όφις-δράκων τού Πλωτίνου καί συγκεκριμένες ψευδο-φωτοφάνειες Πλωτίνου καί Πρόκλου.
Τό γεγονός είναι γνωστό βεβαίως στον πολυίστορα Ρωμανίδη -κρίνοντας από κάποιους απόηχους πού υπάρχουν σέ δύο προφορικά fragmenta καί περιλαμβάνονται στό βιβλίο. Εκ τής παλαμικής λοιπόν διαγνώσεως ορμώμενοι, προσφέρουμε τόν συμβολικό μας οβολό στό προκείμενο έργο: Δηλαδή, ενώ στίς πλείονες τών περιπτώσεων η διαστολή καλώς ορίζεται μεταξύ εμπειρικής παρά Θεού καί στοχαστικής παρά ανθρώπων θεολογίας, σέ κάποιες ειδικές περιπτώσεις η διαστολή πρέπει νά ζωγραφείται βιαιότερη: η από θεού φωταυγής εμπειρική θεολογία εξ ενός, παλαίει καί νικά τήν εξίσου εμπειρική πλήν δαιμονική σκοτόμαινα εξ ετέρου.
Υπογραμμίσαμε εμφαντικότερα αυτό τό σημείο, διότι καί εμείς οι δάσκαλοι (όπως καί οι Επίσκοποι) πονάμε γιά πράγματα πού αιμάσσουν τό εκκλησιαστικό σώμα. Καί αρχίζει νά μάς πιάνει ιδρώτας κρυός, όταν σέ βίβλους περιοδικές τής "επίσημης Εκκλησίας" δημοσιεύονται άρθρα από επιστήμονες θεολόγους, πού προτρέπουν χωρίς αιδώ ότι οι σωστοί δογματολόγοι οφείλουν παρεκτός τών αγίων Πατέρων νά μελετούν ισοτίμως πρός αυτούς όπως δή, καί νά χρησιμοποιούν τά έργα τών κακοδόξων καί αιρετικών.
Επιτρέψατέ μας τήν διάγνωση: αυτό πού ακούσατε έχει πρό πολλού μετακομίσει από τόν ανθρώπινο ή επιστημονικό στοχασμό. Αυτό οδεύει μεσίστιον, ίσως καί πορεύεται πλησίστιον πρός τήν δαιμονική παρενόχληση.
Ερώτημα πρό τής αποφωνήσεως: «θά επιτύχει τόν στόχον της η «Εμπειρική Δογματική»;
Απάντηση: ένας Θεός τό ξέρει! Εξ επόψεως κυκλοφορίας είναι περισσότερον από βέβαιον.
Όμως η «Εμπειρική Δογματική» δεν εξαντλείται στόν πεζό στόχο τής κοσμικής αγοράς. Η επιτυχία της κρίνεται ουχί εκ τής κυκλο-φορίας αλλά κρίνεται εκ τής άνω-φορίας. Η «Εμπειρική Δογματική» τού Σεβασμιωτάτου Μητροπολίτου Ναυπάκτου κυρίου Ιεροθέου
- Θά επιτυγχάνει, κάθε φορά πού κάποιο πλάσμα τού Θεού θά βαπτίζεται ητοιμασμένον, έχοντας ασκηθεί καί καθαρθεί, οδεύοντας πρός τόν άνωθεν φωτισμό!
- Θά επιτυγχάνει, κάθε φορά πού ένας απλός ιερουργός θά θεραπεύει καί θά φωτίζει μέ τό άλλο φώς!
- Θά επιτυγχάνει, κάθε φορά πού θά πέφτει ο κλήρος καί έτσι θά εκλέγεται επίσκοπος ουχί από λίστα ΑΝΑΜΟΝΗΣ αλλά από σπήλαια, από τίς οπές τής ΓΗΣ!
Αντί επιλόγου, δύο ευχές καί μία άσκηση.
Όσοι πιστοί, συνεχίζετε νά διαβάζετε εν αφελότητι καρδίας τίς ιεροπρεπείς καταθέσεις καί τούς άθλους τών παλαιών μας καί νέων παλαιστών.
Όσοι δύσπιστοι, όσοι διερευνητικοί, όσοι διυλιστικοί τού κώνωπος ωσάν τόν ομιλούντα, λάβετε γιά τό κελλίον σας άσκηση, μικράν, εσπερινή! Αναγνώσατε τόν βίον Οσίου Μαξίμου τού Καυσοκαλύβη.
Εν ώ βίω περί αρπαγής νοός καί πάλιν συλλογής τού νού καί ευκολοκατανύξεως τά κάλλιστα μεταξύ δύο Οσίων διαμείβονται (Συναξάριον Μηνός Ιανουαρίου εις τάς 13).